DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Coal (1950 entries)
rookgaskanaal αγωγός καυσαερίων
rookkanaal αγωγός καυσαερίων
roosten om te chloreren χλωριωτική φρύξη
roosten om te magnetiseren μαγνητική φρύξη
roosten om te oxyderen οξειδωτική φρύξη
roosten om te sulfateren θειωτική φρύξη
rotary boorpijp στέλεχος γεωτρήσεων περιστροφικού γεωτρύπανου
roterend boren γεώτρηση με περιστροφικό γεωτρύπανο
rotsblok ογκόλιθος
rotsboor περιστροφικόν γεωτρύπανον
rotsbreker βραχοθραυστικό
rotsschieten βάλλω επί στερεού υλικού
rotsschieten πυροβολώ επί στερεού υλικού
rotten stone τριπολιανή
ruimen van een boorgat εκτίναξη του υλικού επιγόμωσης
ruimen van een boorgat αφαίρεση επιγόμωσης
ruiming αποστόμωση
ruiming απόφραξη
ruitsgewijs verdeeld gebied περιοχή ελέγχου
ruw αργό πετρέλαιο