DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Coal (1950 entries)
kiezelhoudend πυριτικόν
kleigroeve λατομείο αργίλου
kleiprop βούλωμα-τάπωμα με άργιλο
kleischaaf μηχανή κοκκοποίησης αργίλου
kleppenman χειριστής οροφής
klimpijp ανοδικός αγωγός
klimpijp αγωγός
klimpijp κατακόρυφος
klimpijp σωλήν ανυψώσεως
klimpijpbocht κύρτωσις σωληνώσεως ανόδου
klimpijpbochtreiniger συσκευή καθαρισμού του σωλήνος ανόδου
klimpijpdeksel κάλυμμα σωλήνος ανόδου
klimpijpschotelklep βαλβίς ανοδικού αγωγού
klipzout ορυκτό αλάτι
klokschotel διάτρητος δίσκος
kniekwast πινέλο για πίσσα
kniekwast κεδριαλείπτης
kobalterts μεταλλικό κοβάλτιο
kobalthoudend pyriet κοβαλτιούχος πυρίτης
kogelmolen σπαστήρας με σφαίρες