DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I K L M N O P R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Business (479 entries)
de jaarrekening opstellen καταρτίζω τους ετήσιους λογαριασμούς
de omstandigheid dat de passiva de activa overtreffen υπερχρέωση
deel van het eigen vermogen ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων
deelnemer εταίρος
dienst van algemeen economisch belang υπηρεσία γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος
directieverslag έκθεση διαχείρισης
dochter θυγατρική
dochtermaatschappij θυγατρική
dochteronderneming van een dochteronderneming επιχείρηση θυγατρική μιας θυγατρικής επιχείρησης
dochtervennootschap θυγατρική/εξαρτημένη εταιρεία
dochtervennootschap θυγατρική
door vennootschappen gehouden eigen aandelen μετοχές της εταιρίας τις οποίες αποκτά η ίδια
doorbraakregel κανόνας περί εξουδετέρωσης
dualistisch stelsel δυαδική δομή' δυαδικό σύστημα
e-betaling ηλεκτρονική πληρωμή
economische en monetaire ontwikkelingen οικονομικές και νομισματικές εξελίξεις; οικονομική και νομισματική εξέλιξη
economische en monetaire toestand κατάσταση (που επικρατεί) στον οικονομικό και νομισματικό τομέα
een verrekening kan ten laste van de boedel komen διενεργείται εγκύρως συμψηφισμός έναντι της πτωχευτικής περιουσίας
eenpersoonsvennootschap met beperkte aansprakelijkheid εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έναν και μόνο εταίρο
eerste onderbieding υστέρηση ζήτησης για πρώτη φορά