Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Italian
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Industry
(19691 entries)
accorciamento
κόντεμα
accorciamento
σμίκρυνση
accorciamento
βράχυνση του στημονιού κατά την ύφανση
accorciamento
συστολή του στημονιού κατά την ύφανση
accordo CENELEC HAR sui fili elettrici e sui cavi
συμφωνία CENELEC HAR για ηλεκτρικά σύρματα και καλώδια
accordo che istituisce il fondo comune per i prodotti di base
συμφωνία για την ίδρυση του κοινού ταμείου για τα προϊόντα βάσης
accordo che istituisce il fondo comune per i prodotti di base
συμφωνία για τη σύσταση του κοινού ταμείου για τα φυσικά προϊόντα
accordo che istituisce il Fondo comune per le materie prime
συμφωνία για τη σύσταση του κοινού ταμείου για τα φυσικά προϊόντα
accordo che istituisce il Fondo comune per le materie prime
συμφωνία για την ίδρυση του κοινού ταμείου για τα προϊόντα βάσης
accordo interconnessione scozzese
Συμφωνία περί του αγωγού διασύνδεσης της Σκωτίας
accordo interistituzionale sugli orientamenti comuni relativi alla qualità redazionale della legislazione comunitaria
διοργανική συμφωνία για τις κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ποιότητα της διατύπωσης της κοινοτικής νομοθεσίας
accordo internazionale sulla iuta e prodotti derivati
διεθνή συμφωνία για τη γιούτα και τα είδη από γιούτα
accordo multilaterale sull'acciaio
πολυμερής διακανονισμός για το χάλυβα
accordo sulla certificazione CENELEC
συμφωνία πιστοποίησης CENELEC
accordo sulla certificazione CENELEC relativa ai componenti elettronici
συμφωνία πιστοποίησης ηλεκτρονικών στοιχείων CENELEC
accumulatore idraulico
Υδραυλικός συσσωρευτής
accumulo di colore sulla spatola da serigrafia
Mάζα χρώματος για διακόσμηση φιαλοειδών
acetale polivinilico
πολυβινυλοακετάλη
acetiltannino
ακετυλοταννίνη
acido acrilico glaciale
ψυχρό ακρυλικό οξύ
Get short URL