DictionaryForumContacts

   Italian Greek
AC D E F GI J K L M N O PR S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Mineral products (158 entries)
nave utilizzata come piattaforma di estrazione e di immagazzinamento e come terminale petrolifero πλωτή μονάδα αποθήκευσης και εκφόρτωσης παραγωγής
navi miste contenitori/portarinfuse σκάφος που μεταφέρει εμπορευματοκιβώτια και προϊόντα χύδην
operatore rispettoso delle norme επιχειρηματίας συμμορφούμενος προς τα διεθνή πρότυπα
piano di carico σχέδιο φόρτωσης
piattaforma continentale UKCS del Regno Unito ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα του Ηνωμένου Βασιλείου
processo ad alta intensità di risorse naturali διαδικασία υψηλής έντασης κατά τη χρήση των φυσικών πόρων
Programma specifico di ricerca e sviluppo tecnologico nel settore della scienza e tecnologia marine (1990-1994) Eιδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της επιστήμης και τεχνολογίας της θάλασσας (1990-1994)
prospezione προκαταρκτικές έρευνες
Protocollo del 1973 sugli alloggi a bordo delle navi da passeggeri che effettuino trasporti speciali Πρωτόκολλο "διά τας απαιτήσεις των χώρων ενδιαιτήσεως των επιβατηγών πλοίων ειδικών μεταφορών, 1973"
raccolta INF συλλογή INF ; κώδικας INF
recupero di risorse ανάκτηση πόρων
redditività dell'investimento απόδοση επενδύσεως
rendimento massimo sostenibile μέγιστη βιώσιμη απόδοση
resoconto delle catture δήλωση αλιευμάτων; δήλωση αλιείας
rialzo οροπέδιο
ricerca scientifica marina θαλάσσια επιστημονική έρευνα
rimunerazione del capitale investito απόδοση επενδύσεως
riserve di acque sotterranee αποθέματα υπόγειων υδάτων
riserve di acque sotterranee υπόγεια υδατικά αποθέματα
risorsa biologica βιολογικοί πόροι