DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F GI J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Commerce (1369 entries)
negoziati dell'Uruguay Round διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης
negozio affiliato κατάστημα με δικαιώματα franchising
nesso di causalità αιτιώδης συνάφεια
nome di fantasia εμπορικό όνομα
nomenclatura delle merci ονομαστικός πίνακας των εμπορευμάτων
nomenclatura delle merci ονοματολογία εμπορευμάτων
non discriminatorio χωρίς διακρίσεις
non opposizione ad un'operazione di concentrazione notificata Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση
normativa doganale τελωνειακή νομοθεσία
norme in materia di origine κανόνες καταγωγής
notifica preventiva di una concentrazione Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης
notorietà dell'affiliante εμπορική αναγνώριση του δικαιοπαρόχου
nozione di affiliante έννοια του δικαιοπαρόχου συστήματος ενοποιημένης παρουσίας/franchise
nutraceutico φαρμακοτρόφιμο
obbligare a fornire la totalità della produzione υποχρεώνωμέλοςνα παραδώσει το σύνολο της παραγωγής του
obbligo di fornitura esclusiva υποχρέωση αποκλειστικής προμήθειας
obbligo di fornitura esclusiva υποχρέωση αποκλειστικής διάθεσης
obiettivi di sviluppo dell'affiliante αναπτυξιακοί στόχοι του δικαιοπαρόχου
Occhiali per ossigenoterapia Εξάρτημα ρινικής προσαρμογής
onere all'importazione επιβάρυνση κατά την εισαγωγή