DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F GI J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Commerce (1369 entries)
invito all'acquisto πρόσκληση για αγορά
irrilevante ελάχιστος
irrilevante ήσσονος σημασίας
irrilevante αμελητέος
ispettorato degli utilizzatori ελεγκτικός φορέας χρήστη
ispezione prima dell'imbarco έλεγχος πριν από την επιβίβαση; έλεγχος πριν από τη φόρτωση; έλεγχος πριν από την αποστολή
istigazione alla violazione εξώθηση σε αθέτηση
Istituto europeo interregionale dei consumi Ευρωπαϊκό Διαπεριφερειακό ΄Ιδρυμα Κατανάλωσης
Istituto europeo interregionale dei consumi διαπεριφερειακό ευρωπαϊκό ινστιτούτο κατανάλωσης
Istituto interregionale europeo del consumo διαπεριφερειακό ευρωπαϊκό ινστιτούτο κατανάλωσης
Istituto interregionale europeo del consumo Ευρωπαϊκό Διαπεριφερειακό ΄Ιδρυμα Κατανάλωσης
IV protocollo annesso all'accordo generale sul commercio dei servizi sulle telecomunicazioni di base Τέταρτο Πρωτόκολλο της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών
l'accordo non esclude l'applicazione di misure di compensazione dei prezzi η συμφωνία δεν αποκλείει την εφαρμογή μέτρων αντιστάθμισης τιμών γι'αυτά τα προϊόντα
la restituzione all'esportazione η επιστροφή κατά την εξαγωγή
lavasciuga biancheria domestica οικιακό πλυντήριο-στεγνωτήριο ρούχων
lavastoviglie ad uso domestico οικιακό πλυντήριο πιάτων
lavatrice ad uso domestico οικιακό πλυντήριο ρούχων
lavatrice con asciugabiancheria πλυντήριο-στεγνωτήριο ρούχων
le imprese incaricate della gestione di servizi d'interesse economico generale επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος
lealtà commerciale νομιμότητα των συναλλαγών