DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G I K L M N O P Q R S T U V   <<  >>
Terms for subject Politics (2777 entries)
il Consiglio agisce in qualità di legislatore το Συμβούλιο ενεργεί ως νομοθέτης
il Consiglio delibera in qualità di legislatore το Συμβούλιο ενεργεί ως νομοθέτης
il Consiglio riunito nella composizione dei capi di Stato o di governo το Συμβούλιο, συνερχόμενο σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων
Il documento 9999/99 non deve recare il codice di distribuzione "LIMITE" το έγγραφο 9999/99 δεν πρέπει να φέρει τον χαρακτηρισμό "LIMITE"
il Presidente può consentire... ο πρόεδρος μπορεί να επιτρέψει
il verbale ha valore di atto pubblico τα πρακτικά αποτελούν δημόσιο έγγραφο
illusione di Aubert παραίσθηση Aubert
impedimento del presidente della Corte κώλυμα του προέδρου του Δικαστηρίου
impedimento di un avvocato generale κώλυμα Γενικού Εισαγγελέα
impianto centralizzato di depolverizzazione κεντρικό σύστημα απορρόφησης σκόνης
impianto per il trasporto pneumatico di documenti εγκατάσταση μεταφοράς εγγράφων με πεπιεσμένο αέρα
impianto per l'interpretazione simultanea εγκαταστάσεις ταυτόχρονης διερμηνείας
importo di riferimento regionale finale τελικό περιφερειακό ποσό αναφοράς
imprenditore generale coordinatore γενικός εργολάβος συντονιστής
in ambito interno σε κλειστή συνεδρίαση
in caso d'estrema urgenza σε περιπτώσεις άκρως επείγουσες
in caso di non luogo a provvedere αν η εκδίκαση της υποθέσεως δεν καταλήξει στην έκδοση αποφάσεως
in caso di non luogo a provvedere σε περίπωση καταργήσεως της δίκης
incidenza finanziaria δημοσιονομική επίπτωση
indennità compensativa di mancato guadagno αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη