DictionaryForumContacts

   
A C D F I L M N O P R S T V   <<  >>
Terms for subject Sociology (94 entries)
persona con disabilità άτομο με αναπηρία
persona con disabilità άτομο με αναπηρίες
persona non vedente τυφλός
piano pensionistico a prestazioni definite ταμείο που δημιουργείται από εισφορές εργαζομένων και εργοδότη για όφελος των εργαζομένων
piattaforma in materia di protezione sociale ελάχιστη κοινωνική προστασία
programma "Gioventù in azione" Πρόγραμμα "Νεολαία εν δράσει"
programma "Gioventù in azione" Πρόγραμμα "Νεολαία σε δράση"
programma dell'Unione europea per il cambiamento e l'innovazione sociale Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία
programma europeo per l'occupazione e l'innovazione sociale Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία
programma Youthstart Απασχόληση-Youthstart
regime pensionistico a capitalizzazione κεφαλαιοποιητικό σύστημα συντάξεων
Relazione congiunta sulla protezione sociale e l'inclusione sociale Κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη
risultato dell'analisi del DNA αποτέλεσμα ανάλυσης DNA
servizi alla persona nel settore sociale, sanitario ed educativo προσωπικές κοινωνικές, υγειονομικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες
sistema pensionistico a capitalizzazione κεφαλαιοποιητικό σύστημα συντάξεων
società mutua αλληλασφαλιστική εταιρία
strategia europea per un'internet migliore per i ragazzi Ευρωπαϊκή στρατηγική για ένα Διαδίκτυο καλύτερα προσαρμοσμένο στα παιδιά
tabella di marcia per la parità tra donne e uomini Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών
vitamina antipellagra βιταμίνη B3
vitamina antipellagra αντιπελλαγρική βιταμίνη