DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M N P Q R S T U V W Y Z Æ Ø   <<  >>
Terms for subject Economy (14833 entries)
uamortisable lån χωρίς προθεσμία ή διηνεκείς ομολογίεςconsols
uarbejdsdygtighed ανικανότητα προς εργασία
ubeføjet forkortelse af beskyttelsesperioden αδικαιολόγητη συρρίκνωση της περιόδου προστασίας
ubegrundet opsigelse αδικαιολόγητη απόλυση
uberettiget afskedigelse καταχρηστική απόλυση
uberettiget opsigelse αδικαιολόγητη απόλυση
ubetinget forpligtelse for låntager άνευ όρων δέσμευση του δανειολήπτη
ubetinget forpligtelse for låntager άνευ όρων υποχρέωση του δανειζόμενου
ubetinget garanti άνευ όρων εγγύηση
ubetinget krav på at modtage betalingsmidler til afvikling af internationale transaktioner χωρίς όρους δικαίωμα απόκτησης μέσων πληρωμής για το διακανονισμό διεθνών συναλλαγών
ubrudt arbejdsdag συνεχές ωράριο
udarbejdelse af et overslag κατάρτισις προϋπολογισμού
udarbejdelse af et program κατάρτιση προγράμματος
udarbejdelse af et program σύνταξη προγράμματος
udarbejdelse af EU-ret κατάρτιση του δικαίου της ΕΕ
udbenet kød αποστεωμένο κρέας
udbredelse af nyskabelser διάδοση των καινοτομιών
udbredelsen af teknisk viden η διάδοση των τεχνικών γνώσεων
udbud προσφορά
udbud φάκελος προκήρυξης διαγωνισμού (ή τεύχη δημοπράτησης)