Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
P
Q
R
S
T
U
V
W
Y
Z
Æ
Ø
<<
>>
Terms for subject
Economy
(14833 entries)
rå- og hjælpestoffer
μέσα παραγωγής; εισροές στο παραγωγικό σύστημα; εισροές ; παραγωγικά μέσα
rabatpris
τιμή με έκπτωση
rabatsalg
πώληση με έκπτωση
rabies
λύσσα
racediskrimination
φυλετικές διακρίσεις
racekonflikt
φυλετική σύγκρουση
raceren
καθαρής φυλής
raceren
καθαρόαιμο
racisme
ρατσισμός
Råd for Handel med varer
Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών
Råd for Samarbejde i Middelhavsområdet
Συμβούλιο Μεσογειακής Συνεργασίας
Rådet af Kommuner og Regioner i Europa
Συμβούλιο Δήμων, Κοινοτήτων και Περιφερειών της Ευρώπης
Rådet bemyndiger Kommissionen til at indlede sådanne forhandlinger
το Συμβούλιο εξουσιοδοτεί την Eπιτροπή να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις
Rådet drager omsorg for samordningen af den almindelige økonomiske politik
το Συμβούλιο διασφαλίζει το συντονισμό της γενικής οικονομική πολιτικής
Rådet for Arabisk Økonomisk Enhed
Συμβούλιο Αραβικής Οικονομικής Ενότητας
Rådet for Den Europæiske Union
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Rådet for Gensidig Økonomisk Bistand
ΚΟΜΕΚΟΝ
Rådet for Kulturelt Samarbejde
Συμβούλιο Πολιτιστικής Συνεργασίας
Rådet for Udvikling og Genopbygning
Συμβούλιο Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης
Rådets afgørelse...om de principper, prioriteter, mellemliggende mål og betingelser, der skal indgå i tiltrædelsespartnerskabet med...
Απόφαση του Συμβουλίου...για τις αρχές, τις προτεραιότητες, τους ενδιάμεσους στόχους και τους όρους που περιέχονται στην εταιρική σχέση για την προσχώρηση της...
Get short URL