Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
À
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
våben der afskyder projektiler udelukkende ved en fjedermekanisme
όπλα εκτόξευσης βλημάτων μόνο διά πιέσεως ελατηρίου
våben for udvikling
Όπλα έναντι ανάπτυξης
våben med bedøvende eller irriterende stoffer, væsker eller luftarter
όπλο για την εκτόξευση εξουδετερωτικής ουσίας
våben med forhøjet strålingsvirkning
όπλο ισχυρής ακτινοβολίας
våben med glat løb
λειόκαννο όπλο
våben, der skal anmeldes
όπλο για το οποίο απαιτείται δήλωση
våben, for hvilket der kræves tilladelse
όπλο για τα οποίο απαιτείται άδεια
våbenhandelstraktat
συνθήκη για το εμπόριο όπλων
våbenhandelstraktat
Σύμβαση πλαίσιο για τις διεθνείς μεταφορές όπλων
våbenhvileaftale
συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός
våbenhvileovervågningsgruppen
Ομάδα Παρακολούθησης της Ανακωχής
våbenkapløb
ανταγωνισμός των εξοπλισμών
våbenkapløb
αγώνας των εξοπλισμών
våbenkontrol
έλεγχος εξοπλισμών
våbenkontrol
έλεγχος των εξοπλισμών
våbenkontrolaftale
συμφωνία για τον έλεγχο των εξοπλισμών
våbenkonventionen
Σύμβαση για τα απάνθρωπα όπλα
våbenkonventionen
Σύμβαση για την απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης ορισμένων συμβατικών όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα
våbenstilstand
κατάπαυση του πυρός
våbenstyringssystem
κατευθυνόμενο οπλικό σύστημα
Get short URL