Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
À
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
juridisk baggrund
νομικός χαρακτηρισμός
juridisk person
οι πολίτες; το κοινωνικό σύνολο
Jurist-Lingvist-Gruppen
Ομάδα "Γλωσσομαθείς Νομικοί"
justeringsstang
ράβδος ρύθμισης
justitsminister
Υπουργός Δικαιοσύνης
justitsminister, med ansvar for budgetspørgsmål og forbindelserne med Parlamentet
Υπουργός Δικαιοσύνης, υπεύθυνος και για τον Προϋπολογισμό και τις σχέσεις με το Κοινοβούλιο
justitssekretærens stilling
η υπηρεσιακή κατάσταση του γραμματέα
K.4-Udvalget
Επιτροπή του άρθρου Κ.4' Επιτροπή Κ.4
kabel til faste fjernforbindelser
καλώδιο για μόνιμες συνδέσεις μεγάλης απόστασης
kabelrende
κλίνη καλωδίων
kabelstyring
καλωδιακή καθοδήγηση
Kæde til implantation
Εμφύτευμα σε μορφή αλύσου
kædefissionsudbytte
απόδοση αλυσιδωτής σχάσης
kædekasse med rektangulære kæderør
προστατευτικό περίβλημα αλυσίδας
kæmpehøj
τύμβος
Kængurugruppen
Ομάδα των καγκουρώ
kævler
κούτσουρα
kaffepause
διάλειμμα για καφέ
kager af sesamfrø
πλακούς έκθλιψης σησαμόσπορου
kager af sesamfrø
σησαμοπλακούς
Get short URL