DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M NP Q R S T U V WY Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Finances (21045 entries)
værdipapir der giver stemmeret τίτλος που παρέχει δικαίωμα ψήφου
værdipapir der repræsenterer en ejendomsret τίτλος που αντιπροσωπεύει δικαίωμα ιδιοκτησίας
værdipapir handles på et reguleret marked τίτλος διαπραγματεύσιμος σε αγορά που υπόκειται στις ισχύουσες ρυθμίσεις
værdipapir koblet til guldindeks χρηματιστηριακός τίτλος με ρήτρα χρυσού
værdipapir med fast afkast χρεόγραφο σταθερού εισοδήματος τίτλος σταθερού εισοδήματος
værdipapir med fast afkast χρηματιστηριακή αξία καθορισμένου εισοδήματος
værdipapir med kursgaranti πιστοποιητικό εγγυημένου τίτλου
værdipapir med middelløbetid μεσοπρόθεσμο ομόλογο
værdipapir med sikkerhed i fast ejendom τιτλοποιημένο στεγαστικό δάνειο
værdipapir med stigende kurs μετοχές σε επιχείρηση με προοπτικές ανάπτυξης
værdipapir med variabel rente τίτλος με μεταβλητό επιτόκιο
værdipapir noteret på navn ονομαστικός τίτλος
værdipapir noteret på navn ονομαστικοί τίτλοι
værdipapir på lang sigt μακροπρόθεσμος τίτλος
værdipapir på lang sigt μακροπρόθεσμοι τίτλοι
værdipapir på mellemlang sigt μεσοπρόθεσμος τίτλος
værdipapir på mellemlang sigt μεσοπρόθεσμοι τίτλοι
værdipapir som er optaget til officiel notering κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστήριο αξιών
værdipapir som er optaget til officiel notering τίτλος δεκτός επίσημα σε ένα χρηματιστήριο
værdipapir til hvilket der er knyttet en tegningsret τίτλος που συνοδεύεται από το δικαίωμα αναλήψεως μετοχής