Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
Ø
Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À
<<
>>
Terms for subject
Finances
(21045 entries)
sublån
επι μέρους δάνειο
sublån
δευτερεύον δάνειο
subsidiær konto nummer to
δευτερεύων λογαριασμός αριθ.2
subsidie, over for hvilket der ikke må anvendes udligningstold
επιδότηση για την οποία δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία
subsidieaftale
συμφωνία επί επιδοτήσεων και αντισταθμιστικών μέτρων
subsidieaftale
συμφωνία για τις επιδοτήσεις
subsidieaftale
συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα
subsidiebeløbet pr. enhed
ποσό της επιδότησης ανά μονάδα προϊόντος
subsidier
επιδοτήσεις
subsidier, over for hvilke der ikke må anvendes udligningstold
επιδότηση για την οποία δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία με στόχο την εφαρμογή των αντισταθμιστικών δασμών
subsidierede kortfristede lån
βραχυπρόθεσμη επιδοτούμενη πίστωση
subsidieret indførsel
εισαγωγή που αποτελεί αντικείμενο επιδότησης
subsidieret indførsel
επιδοτούμενη εισαγωγή
subsidieret rente
επιδοτούμενο επιτόκιο
subsidieret rentesats
επιδοτούμενο επιτόκιο
subsidieudligningsforanstaltning
μέτρο κατά των επιδοτήσεων
subsidieudligningsforanstaltning
μέτρα αντεπιδοτήσεων
subskriptionskartel
καρτέλ συμμετεχόντων σε δημοπρασία
subskriptionskartel
καρτέλ συμμετεχόντων σε προσφορά
substituerbar
τιτλοποιήσιμος
Get short URL