Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á
À
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
parasitisk indfangning
παρασιτική απορρόφηση
Paratyfus
Παράτυφος
parenteralt
παρεντερικός
Parischartret for et nyt Europa
Χάρτα των Παρισίων για μια Νέα Ευρώπη
Paristraktaten
Συνθήκη των Παρισίων
Paristraktaten
Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα
paritetisk samarbejdsudvalg
επιτροπή ίσης εκπροσώπησης
paritetisk udvalg for postvæsen
Ισομερής επιτροπή ταχυδρομείων
paritetisk,fællesinstitutionelt udvalg
ισομερής διοργανική επιτροπή
pariværdi
άρτια ισοτιμία
parkbebyggelse
κηπούπολη
parlamentarisk år
κοινοβουλευτικό έτος
parlamentarisk demokrati
κοινοβουλευτική δημοκρατία
parlamentarisk flertal
κοινοβουλευτική πλειοψηφία
parlamentarisk samarbejdsudvalg
κοινοβουλευτική επιτροπή συνεργασίας
parlamentarisk stabiliserings- og associeringsudvalg
Κοινοβουλευτική Επιτροπή Σταθεροποίησης και Σύνδεσης
Parlamentet kan,uanset antallet af de tilstede
το Κοινοβούλιο συνεδριάζει,οποιοσδήποτε και αν είναι ο αριθμός των παρόντων βουλευτών του
Parlamentet træder sammen uden indkaldelse
το Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως
Parlamentet,som er rettet mod en retsakt
το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να προσφύγει στο Δικαστήριο
Parlamentets beføjelser
προνόμια του Κοινοβουλίου
Get short URL