Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W X
Y
Z
Æ
Ø
Å
É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À
<<
>>
Terms for subject
Accounting
(1378 entries)
primær indkomst
ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων
primo- og ultimostatuskonti
ισολογισμοί ανοίγματος και κλεισίματος
primobalance
ισολογισμός έναρξης της χρήσης
Primostatuskonto
ισολογισμός ανοίγματος
prisdiskriminering
διάκριση στην τιμολόγηση
priser
τιμές
prisnedsættelse
έκπτωση
prisnedsættelse
περικοπή της αξίας
privat udstedte obligationer
ομολογίες ιδιωτικής έκδοσης
privat udstedte obligationer
ομόλογα για ιδιωτική τοποθέτηση
private fondsbaserede sociale ydelser
κοινωνικές παροχές με ιδιωτική χρηματοδότηση
private nationalt kontrollerede forsikringsselskaber og pensionskasser
εθνικά
[ημεδαπά]
ιδιωτικά ασφαλιστικές επιχειρήσεις και συνταξιοδοτικά ταμεία
private nationalt kontrollereder finansielle hjælpeenheder
εθνικοί
[ημεδαποί]
ιδιωτικοί επικουρικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και φορείς
producenter
παραγωγοί
producerede aktiver
(AN1)
παραχθέντα περιουσιακά στοιχεία
produkter fra landbrug, jagt og skovbrug
προϊόντα γεωργίας, θήρας και δασοκομίας
produkter under fremstilling
συνεχιζόμενες εργασίες
produkter under fremstilling
(avlede/dyrkede aktiver )
συνεχιζόμενες εργασίες σε καλλιεργούμενα περιουσιακά στοιχεία
produktion til eget brug
προϊόν για ίδια τελική χρήση
produktionsafgrænsning
παραγωγικό όριο
Get short URL