Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
P
Q
R
S
T
U
V
W
Y
Z
Æ
Ø
<<
>>
Terms for subject
Finances
(21045 entries)
åbning og forvaltning af et toldkontingent
άνοιγμα και τρόπος διαχείρισης δασμολογικής ποσοστώσεως
åbning og udvidelse af kontingenterne
άνοιγμα και διεύρυνση των ποσοστώσεων
åbning, fordeling og forvaltning af fællesskabstoldkontingenter
άνοιγμα,κατανομή και τρόπος διαχείρισης των κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων
åbningskøb
άνοιγμα θέσης αγοράς
åbningskøb
εναρκτήρια αγορά
åbningskurs
τιμή ανοίγματος
åbningskursramme
εύρος ανοίγματος τιμών
åbningssaldo
αρχικό υπόλοιπο
åbningssaldo
υπόλοιπο σε μεταφορά
åbningssalg
άνοιγμα θέσης πώλησης
åbningstransaktion
συναλλαγή ανοίγματος θέσης
abrogation
μηδενισμός
absorptionskapacitet
απορροφητικότητα
abstrakt service
αφηρημένη υπηρεσία
abstrakt tjeneste
αφηρημένη υπηρεσία
accelerationslinje
γραμμή επιτάχυνσης
accept
αποδοχή
accept
γραμμάτιο τράπεζας
accept
συναλλαγματική με αποδοχή ή οπισθογράφηση τράπεζας
accept
τραπεζική συναλλαγματική
Get short URL