DictionaryForumContacts

   Danish Greek
B C D E F G H I J K L M NPR S T U V W X Y Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Environment (18295 entries)
aerodynamisk støj αεροδυναμικός θόρυβος
aerofil bakterie αερόβιο βακτήριο
aerofob bakterie αναερόβιο βακτήριο
aerologi αερολογία
aerosol γεννήτρια αερολυμάτων
aerosol συσκευή αερολυμάτων
aerosolaktivitet ραδιενέργεια ατμοσφαιρικού αιωρήματος
aerosoldrivmiddel προωθητικό αέριο (φιάλης) αεροζόλ
aerosoldrivmiddel προωθητικό αεροζόλ
aerosoldrivmiddel προωστικό αέριο (φιάλης) αεροζόλ
aerosolfilter φίλτρο συγκεντρώσεως ατμοσφαιρικού αιωρήματος
aerosolkoncentration συγκέντρωση αερολύματος
aerosolkoncentration συγκέντρωση ατμοσφαιρικού αιωρήματος
æstetik αισθητική
ætere αιθέρας
ætsende διαβρωτικός
ætsende materiale διαβρωτικές ουσίες
ætsende stof διαβρωτικό προϊόν
ætsende stoffer διαβρωτική (χαρακτική) ουσία
ætsende stoffer διαβρωτική (χαρακτική ουσία)