DictionaryForumContacts

   
B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Æ À   <<  >>
Terms for subject General (21811 entries)
ældningsmetode μέθοδος γηράνσεως
ældningsmetode μέθοδος παλαιώσεως
ældre industriregion παραδοσιακά βιομηχανική περιφέρεια
ændret ansættelsesform for lokalt ansatte ανακατάταξη των τοπικών υπαλλήλων
ændret ved ... που τροποποιήθηκε με ...
ændret vejvalg καμπύλη εκτροπής
ændring επιδιόρθωση συμμορφώσεως
ændring af finansforordningen αναμόρφωση του δημοσιονομικού κανονισμού
ændring af interventionerne κλιμάκωση των παρεμβάσεων
ændring af løntrin διόρθωση κλιμακίου
ændring af mindre betydning ήσσονος σημασίας τροποποίηση
ændring af tjenestested αλλαγή τόπου υπηρεσίας
ændring af vedtægten αναθεώρηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης
ændring af vedtægten αναθεώρηση του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως
ændring i anvendelse αλλαγή χρήσεως
ændring i partiet τροποποίηση παρτίδας
ændring i særlig forpligtelse αλλαγή ειδικής υποχρέωσης
ændring, som Kommissionen ikke har accepteret τροπολογία (του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) την οποία η Επιτροπή δεν περιέλαβε
ændringer på stedet τροποποιήσεις στην εγκατάσταση
ændringerne træder i kraft οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ