DictionaryForumContacts

   Bulgarian Greek
А Б В Г Д Е З И К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ю   <<  >>
Terms for subject Energy industry (235 entries)
енергиен баланс ενεργειακή διάγνωση
енергиен микс ενεργειακό μίγμα
енергиен микс σύνθεση ενεργειακών πηγών
енергиен одит ενεργειακός έλεγχος
Енергиен съвет ЕС - САЩ Συμβούλιο Ενέργειας ΕΕ-ΗΠΑ
енергийна бедност ενεργειακή πενία
енергийна бедност ενεργειακή φτώχεια
енергийна диверсификация ενεργειακή διαφοροποίηση
енергийна ефективност ενεργειακή απόδοση
Енергийна общност Ενεργειακή Κοινότητα
Енергийна организация на Латинска Америка Οργανισμός ενέργειας της Λατινικής Αμερικής
Енергийна пътна карта за периода до 2050 г. ενεργειακός χάρτης πορείας 2050
енергийна сигурност ενεργειακή ασφάλεια
енергийна услуга ενεργειακή υπηρεσία
енергийни доставки ενεργειακός εφοδιασμός
енергийни потребности απαίτηση ενεργείας
енергийни характеристики на сграда ενεργειακή απόδοση κτιρίου
енергийно обслужване ενεργειακή υπηρεσία
енергийно съдържание ενεργειακό περιεχόμενο
енергийноефективен продукт ενεργειακώς αποδοτικό προϊόν