DictionaryForumContacts

   Polish Greek
A Ą B C Ć D E Ę F GI J K L Ł M N Ń O Ó P R S Ś T U WZ Ź Ż Q V X   <<  >>
Terms for subject Politics (1629 entries)
jawna debata orientacyjna δημόσια συζήτηση προσανατολισμού
jawność prac δημοσιότητα των εργασιών
jedno głosowanie μία και μοναδική ψηφοφορία
jednolita płatność na gospodarstwo ενιαία ενίσχυση ανά γεωργική εκμετάλλευση
jednolita wspólna organizacja rynku ενιαία κοινή οργάνωση αγορών
Jednolity Sąd Patentowy Δικαστήριο Ευρωπαϊκών και Κοινοτικών Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας
Jednolity Sąd Patentowy Ενιαίο Δικαστήριο για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας
Jednolity Sąd Patentowy Ενοποιημένο σύστημα επιλύσεως των διαφορών σε θέματα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
Jednostka ds. Budżetu i Weryfikacji Υπηρεσία Προϋπολογισμού και εκ των προτέρων Επαλήθευσης
jednostka wsparcia dla wdrażania konwencji μονάδα στήριξης της εφαρμογής
jednostka wspierająca μονάδα στήριξης της εφαρμογής
jednostka wspierająca realizację konwencji μονάδα στήριξης της εφαρμογής
Jeżeli deklaracje, konkluzje lub rezolucje zostały przez Radę formalnie przyjęte, jest to zaznaczone w tytule danego punktu, a tekst jest umieszczony w cudzysłowie. Όταν δηλώσεις, συμπεράσματα ή ψηφίσματα έχουν εγκριθεί τυπικά από το Συμβούλιο, αυτό επισημαίνεται στον τίτλο του σχετικού σημείου και το κείμενο τίθεται εντός εισαγωγικών.
kadencja διάρκεια της εντολής
kadencja θητεία
kadencja parlamentarna κοινοβουλευτική περίοδος
Kadra ίδιο προσωπικό
Kadra προσωπικοί συνεργάτες
kancelaria tajna TRÈS SECRET UE/EU TOP SECRET κεντρική γραμματεία TRES SECRET UE/EU TOP SECRET
kandydat na komisarza ορισθείς Επίτροπος