DictionaryForumContacts

   Lithuanian Greek
A B C D E F G H I Į Y K L M N O P R S T U V Ž   <<  >>
Terms for subject Law (2219 entries)
asmuo, kuriam suteikta tarptautinė apsauga δικαιούχος διεθνούς προστασίας
asmuo, kuriam suteikta tarptautinė apsauga απολαύων διεθνούς προστασίας
atitikties atestavimas επιβεβαίωση συμμόρφωσης
atitikties patikra έλεγχος συμμόρφωσης
atliekų turizmas τουρισμός αποβλήτων
atlygiai απολαβές
atsakinga institucija αρμόδια αρχή
atsakymas motyvuota nutartimi απάντηση με αιτιολογημένη διάταξη
atsisakymas išduoti vizą άρνηση χορήγησης θεώρησης
atsisakymas išduoti vizą απόρριψη αίτησης θεώρησης
atsisakymas išduoti vizą απόρριψη αιτήματος για χορήγηση θεώρησης εισόδου
atsisakymas leisti atvykti άρνηση εισόδου
atsisakymas leisti atvykti απαγόρευση εισόδου
atskaitos tikslinimas διακανονισμός των εκπτώσεων
atsparumo nusikalstamai veiklai užtikrinimas στεγανοποίηση των νομοθετικών κειμένων έναντι των εγκληματικών δραστηριοτήτων
atvykimas į šalį είσοδος στην εθνική επικράτεια
atvykimas į šalį είσοδος στην επικράτεια
atvykimas į šalį είσοδος στο έδαφος της χώρας
atvykimas į šalį είσοδος στο εθνικό έδαφος
atvykimo į šalį sąlygos προϋπόθεση εισόδου στη χώρα