DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Z   <<  >>
Terms for subject Environment (18409 entries)
solo não poluído μη ρυπανθέν χώμα
solo tratado επεξεργασμένο έδαφος
solos έδαφος
solos χώμα
solos (capacidade de carga) επιβάρυνση του εδάφους
solos (capacidade de carga επιβάρυνση του εδάφους
solos agrícolas γεωργική έκταση
solos alcalinos αλκαλικό έδαφος
solos contaminados μολυσμένο έδαφος
solubilidade διαλυτότητα
soluções ácidas de decapagem Διαλύματα καθαρισμού εντός οξέος
soluções e lamas da regeneração de colunas de troca iónica Διαλύματα και λάσπες από την αναγέννηση ιοντοεναλλακτών
soluções e lamas da regeneração de colunas de troca iónica Διαλύματα και λάσπες από την αναγέννηση των ιοντοεναλλακτικών
soluções salinas contendo cloretos, fluoretos e halogenetos Αλατώδη διαλύματα που περιέχουν χλωριούχες, φθοριούχες ή αλογονούχες ενώσεις
soluções salinas contendo fosfatos e seus sais sólidos Αλατώδη διαλύματα ου περιέχουν φωσφορικά και σχετικά στερεά άλατα
soluções salinas contendo nitratos e seus derivados Αλατώδη διαλύματα που περιέχουν νιτρικά και σχετικές ενώσεις
soluções salinas contendo sulfatos, sulfitos ou sulfuretos Αλατώδη διαλύματα που περιέχουν θειικές, θειώδεις ή θειούχες ενώσεις
solvantes Διαλύτες
solvente gasto χρησιμοποιημένο διαλυτικό
solvente halogenado αλογονούχος διαλύτης