DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À   <<  >>
Terms for subject Agriculture (26305 entries)
galinheiro para a postura ωοπαραγωγικός ορνιθώνας
galinheiro para a reprodução αναπαραγωγικός ορνιθώνας
galinheiro para gansos στεγαστήριο για χήνες
galinheiro para patos στεγαστήριο για πάπιες
galinheiro redondo japonês κυκλικό πτηνοτροφείο ιαπωνικού τύπου
galisação προσθήκη ζάχαρης και (προσθήκη) νερού
galo πετεινός,κότα για βράσιμο
gama de regulação εύρος ρύθμισης
gamboa πάσσαλος περιοχής αλιείας
gamboa ορόσημο περιοχής αλιείας
gamela κάλαθος τρυγητού
gamela κιβώτιο τρυγητού
gancho δικέλι
gancho άγκιστρον
gancho άγκιστρον με οφθαλμό
gancho κλείστρο
gancho curto κοντό άγκιστρο
gancho de apanha άρπαγας
gancho de apanha γάντζος λήψης
gancho de apanha συλλεκτικό άγγιστρο