Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Portuguese
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18409 entries)
estabilidade do solo
ευστάθεια του εδάφους
estabilização de lamas
σταθεροποίηση της ιλύος
estabilização do solo
σταθεροποίηση του εδάφους
estabilização dos sedimentos
σταθεροποίηση της ιλύος
estabilização por contacto
επαφή σταθεροποίησης
estabilização por contacto
σταθεροποίηση με επαφή
estábulos
σταθερός
estação
εποχή/περίοδος/πρόστυμμα
estação balnear
παραθαλάσσιο κέντρο αναψυχής/θέρετρο
estação de autocarro
σταθμός λεωφορείων
estação de comboios
σιδηροδρομικός σταθμός
estação de comparação
σταθμός σύγκρισης
estação de controlo de amostras
δειγματοληπτικός συλλέκτης
estação de depuração da água
μονάδα
(σταθμός)
καθαρισμού των υδάτων
estação de depuração da água
μονάδα
(σταθμός καθαρισμού των υδάτων)
estação de depuração dos efluentes
εγκατάσταση βιολογικού καθαρισμού
estação de desfosfatização
εγκατάσταση απομάκρυνσης φωσφόρου
estação de desportos de Inverno
κέντρο χειμερινού αθλητισμού
estação de deteção automática de descargas de petróleo
σταθμός εργασίας για αυτόματη ανίχνευση πετρελαιοκηλίδων
estação de energia hidroelétrica
υδροηλεκτρικός σταθμός
(παραγωγής ενέργειας)
Get short URL