Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Portuguese
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18409 entries)
abrigos temporários
προσωρινό καταφύγιο
absorção
(exposição)
απορρόφηση
absorção
(exposição)
απορρόφηση
(έκθεση)
absorção de CO2
συγκράτηση του CΟ2
absorção de poluentes
απορρόφηση ρύπων
absorção do barulho
απορρόφηση ήχου
absorção do barulho
ηχοαπορρόφηση
absorção por arrefecimento
ψυκτική παγίδευση
absorvedores
(por via húmida)
μηχάνημα καθαρισμού αέρα με ψεκασμό νερού
absorvedores (por via húmida
μηχάνημα καθαρισμού αέρα με ψεκασμό νερού
absorventes, materiais filtrantes, panos de limpeza, vestuário de proteção
Απορροφητικά υλικά. φίλτρων, υφάσματα σκουπίσματος και προστατευτικός ρουχισμός
abundância ecológica
οικολογική αφθονία
acabamento metálico
μεταλλικό φινίρισμα
acácia-bastarda
ψευδοακακία
académicos
ακαδημαϊκός
acampamento
στρατόπεδο/καταυλισμός/κατασκήνωση/σταθμός/εργοτάξιο
acampamentos
στρατόπεδο
acampamentos
εργοτάξιο
acampamentos
κατασκήνωση
acampamentos
καταυλισμός
Get short URL