DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   <<  >>
Terms for subject Economy (12979 entries)
abrandamento económico οικονομική επιβράδυνση
Abruzos Αβρουζία
absentismo συστηματική απουσία από την εργασία
absorção de perdas απορρόφηση των ζημιών
abstencionismo αποχή
abundância αφθονία
abuso de confiança απιστία
abuso de direito κατάχρηση δικαιώματος
abuso de mercado κατάχρηση αγοράς
abuso de poder κατάχρηση εξουσίας
Academia Europeia de Polícia Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία
ação antiminas καταπολέμηση των ναρκών
ação civil αστική αγωγή
ação comum κοινή δράση
ação comunitária de apoio às empresas κοινοτική δράση στήριξης της επιχειρήσης
Ação Comunitária de Cooperação no domínio da Ciência Económica Κοινοτική δράση συνεργασίας στον τομέα των οικονομικών επιστημών
Ação Comunitária de Cooperação no domínio da Ciência Económica para a Polónia e a Hungria Κοινοτική δράση συνεργασίας στον τομέα των οικονομικών επιστημών (ΑCΕ) προς όφελος της Πολωνίας και Ουγγαρίας
Ação Comunitária de Cooperação no domínio da Ciência Económica para a Polónia, Hungria, Checoslováquia, Roménia, Jugoslávia e Bulgária Κοινοτική δράση συνεργασίας στον τομέα των οικονομικών επιστημών προς όφελος της Πολωνίας, Ουγγαρίας, Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας, Τσεχοσλοβακίας και Ρουμανίας
ação comunitária específica de desenvolvimento regional ειδική κοινοτική ενέργεια περιφερειακής ανάπτυξης
Ação comunitária para a criação e desenvolvimento de Centros de Empresa e Inovação e da respetiva rede Κοινοτική ενέργεια για τη δημιουργία και την ανάπτυξη δικτύου Κέντρων Επιχειρήσεων και Καινοτομίας