DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I JL M N O P Q R S T U V W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   <<  >>
Terms for subject Social science (3078 entries)
Acordo Complementar para Aplicação da Convenção Europeia de Segurança Social Πρόσθετη Συμφωνία για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση
Acordo Europeu sobre a Colocação "Au pair" Ευρωπαϊκή Συμφωνία σχετικά με την απασχόληση νέων ως εσωτερικών αμίσθων βοηθών (au pair)
Acordo Provisório Europeu sobre os Regimes de Segurança Social relativos à Velhice, Invalidez e Sobrevivência Προσωρινή Ευρωπαϊκή Συμφωνία "αφορώσα εις τα συστήματα κοινωνικής ασφαλείας τα σχετικά με το γήρας, την αναπηρίαν και τους επιζώντας"
Acordo Provisório Europeu sobre Segurança Social, à exceção dos Regimes relativos à Velhice, Invalidez e Sobrevivência Προσωρινή Ευρωπαϊκή Συμφωνία "αφορώσα εις την κοινωνικήν ασφάλειαν, εξαιρουμένων των τομέων του γήρατος, της αναπηρίας και των επιζώντων"
Acordo relativo à Segurança Social dos Barqueiros do Reno Συμφωνία "περί της κοινωνικής ασφαλίσεως των λεμβούχων του Ρήνου"
Acordo sobre normas internacionais de armadilhagem sem crueldade συμφωνία για τα διεθνή πρότυπα μη βάναυσης παγίδευσης
Acordo sobre o Intercâmbio de Mutilados de Guerra entre os Países Membros do Conselho da Europa para efeitos de Tratamento Médico Συμφωνία "περί ανταλλαγής αναπήρων μεταξύ των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς ιατρικήν περίθαλψιν"
Acordo Social Συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαικής Κοινότητας πλην του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας για την κοινωνική πολιτική
Acordo-quadro de parceria σύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης
actividade assalariada μισθωτή δραστηριότητα
actividade profissional não assalariada ανεξάρτητη απασχόληση
actividade profissional não assalariada αυτοαπασχόληση
actividade profissional não assalariada μη μισθωτή επαγγελματική δραστηριότητα
actores sociais κοινωνικοί φορείς
aculturação πολιτιστική διείσδυση
aculturação πολιτιστική επαγωγή
adaptação linguística γλωσσική προσαρμογή
adequação das pensões επάρκεια των συντάξεων
adiantamento de alimentos προκαταβαλλόμενη διατροφή
adiantamento sobre pensão de alimentos προκαταβαλλόμενη διατροφή