Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Portuguese
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À
<<
>>
Terms for subject
General
(18472 entries)
negociações para a redução de armas estratégicas
διαπραγματεύσεις για τη μείωση των στρατηγικών όπλων
negociações para a redução de armas estratégicas
συνομιλίες για τη μείωση των στρατηγικών όπλων
negociações para a redução de armas estratégicas
συνομιλίες για τον περιορισμό των στρατηγικών όπλων
negociações sobre o desarmamento convencional
διαπραγματεύσεις για το συμβατικό αφοπλισμό
negociações têxteis
διαπραγματεύσεις για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα
negociador com plenos poderes
διαπραγματευτής με πλήρεις εξουσίες
negociador com plenos poderes
διαπραγματευτής με πλήρη δικαιώματα
negociador das tarifas de gás
διαπραγματευτής των τιμών φυσικού αερίου
negociador exclusivo
αποκλειστικός διαπραγματευτής
negociar um contrato
διαπραγματεύομαι μία σύμβαση
negócio eletrónico
ηλεκτρονικό επιχειρείν
negrito
έντονοι χαρακτήρες
nenhum Estado-membro pode impedir a unanimidade
ένα Kράτος μέλος δεν δύναται να παρεμποδίσει την ομοφωνία
nervo
νεύρο
nervo
ενεργητικότητα
nervura circunferencial
περιστρεφόμενο έκκεντρο
neta
εγγονή
neto
έγγονος
neto
εγγόνι
neto
εγγονός
Get short URL