DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (18472 entries)
ambiente protetor  προστατευτικό περιβάλλον
amblíope άτομο με μειωμένη όραση
ameaça απειλή
ameaça à liberdade προσβολή της ελευθερίας
amebíase αμοιβάδωση
América Latina e Ásia Λατινική Αμερική και Ασία
amfiartrose αμφιάρθρωση
amido άμυλο
Amigos da África Austral Σύνδεσμος της Μεσημβρινής Αφρικής
amilase fúngica αμυλάση από ευρωτίαση
amilase fúngica μυκητική αμυλάση
AMISOM Αποστολή της Αφρικανικής Ένωσης στη Σομαλία
amoniacal αμμωνιακός
amontoado συμπυκνώνω
amorfo άμορφος
amortecedor αποσβεστήρ ταλαντώσεων
amortecedor αποσβεστήρας
amostra comercial εμπορικό δείγμα
amostra de água δείγμα νερού
amostra para ensaio εργαστηριακό δείγμα δοκιμής