Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Economy
(16036 entries)
abnormal pension charges affecting a public enterprise
ευθύνη των εξόδων για μη κανονικές χορηγήσεις συντάξεων που βαρύνουν τις δημόσιες επιχειρήσεις
abnormal price relationships
μη κανονικές σχέσεις τιμών
abolition
κατάργηση
abolition of customs duties
κατάργηση των δασμών
abrogate the right of the undertakings concerned to take advantage of this exception
καταργεί έναντι των εν λόγω επιχειρήσεων το ευεργέτημα της εξαιρέσεως αυτής
Abruzzi
Αβρουζία
absence of any simultaneous equivalent counterpart provided by the beneficiary
απουσία οποιασδήποτε ταυτόχρονης ισόποσης ανταπόδοσης από το μέρος του δικαιούχου
absenteeism
συστηματική απουσία από την εργασία
absolute cost advantage
απόλυτο πλεονέκτημα από πλευράς κόστους
absolute limit
υποχρεωτικό όριο
absolute majority
απόλυτη πλειοψηφία
absorption costing
συνολική τιμή κόστους
absorption of losses
απορρόφηση των ζημιών
abstentionism
αποχή
abstracting
κατάταξις στοιχείων έργου προς σύνταξιν προϋπολογισμού κατ'είδος εργασίας
Abuja Treaty
Συνθήκη για την ίδρυση της Αφρικανικής Οικονομικής Κοινότητας' Συνθήκη της Αμπούτζα
abuse of power
κατάχρηση εξουσίας
academic freedom
ελευθερία εκπαίδευσης
accelerated depreciation
φθίνουσα απόσβεση
accelerated depreciation
ταχύτερη απόσβεση
Get short URL