DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z   <<  >>
Terms for subject Law (16080 entries)
taking foreign losses into account συνυπολογισμός των ζημιών που εμφανίζονται στο εξωτερικό
taking into account of results for tax purposes φορολογικός συμψηφισμός των αποτελεσμάτων χρήσεως
taking into account subsidiary's losses συνυπολογισμός των ζημιών της θυγατρικής
taking of an oath ορκωμοσία
taking of evidence αποδεικτική διαδικασία
taking of evidence διεξαγωγή των αποδείξεων
taking of evidence ανακριτική πράξη
taking of evidence διεξαγωγή αποδείξεων
taking of the oath μετά την ορκομωσία
taking up paid employment in breach of a condition of leave άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας χωρίς άδεια εργασίας
tangible and intangible property ενσώματα ή άυλα αγαθά
tangible fixed asset ενσώματες ακινητοποιήσεις
tangible fixed asset ενσώματο πάγιο στοιχείο
tangible fixed asset ενσώματο πάγιο στοιχείο του ενεργητικού
tangible investment υλική επένδυση
tapping λαθροσύνδεση
Tardieu spots εκχύμωσις του BAYARD
Tardieu spots εκχυμωτικαί κηλίδες του TARDIEU υπό τον υπεζωκότα,εμ φανιζόμεναι επί θανάτου εκ πνιγμού
target rate συντελεστής-στόχος ; αντικειμενικός συντελεστής
target service υπηρεσία-στόχος