Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Transport
(46098 entries)
joint planning
από κοινού προγραμματισμός
joint planning of the capacity to be offered on an air service
από κοινού προγραμματισμός της μεταφορικής ικανότητας που πρέπει να διατίθεται για τη λειτουργία αεροπορικής γραμμής
joint rescue coordination centre
κοινό κέντρο συντονισμού διάσωσης
joint scheduling
κοινός προγραμματισμός
joint section
κοινός διάδρομος
joint section
κοινός κλάδος
joint section
κοινός κορμός
joint setting
ρύθμιση της απόστασης των αρμών των σιδηροτροχιών
joint shipping committee
μεικτή ναυτιλιακή επιτροπή
joint sleeper
στρωτήρας ένωσης
joint station
κοινός σταθμός
joint study of a vehicle
συλλογική μελέτη οχήματος
Joint Technical Standard Orders
Κοινές οδηγίες τεχνικών προδιαγραφών
Joint Technology Initiative on Clean Sky
κοινή τεχνολογική πρωτοβουλία Clean Sky
joint traffic
κοινή κυκλοφορία
Joint undertaking to develop the new generation European air traffic management system
(SESAR)
κοινή επιχείρηση SESAR
Joint undertaking to develop the new generation European air traffic management system
(SESAR)
Κοινή Επιχείρηση για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας
(SESAR)
joint-terminal operation
από κοινού χρησιμοποίηση των τερματικών
joint-venture flight
κοινή πτήση περισσοτέρων μεταφορέων
jointed rack
οδοντωτό αρθρωτό στέλεχος οδηγού
Get short URL