DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D EG H I J K L M N O P QS T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (23338 entries)
dead stop σταθερό άκρο
dead stop στοπ
dead-center position θέση νεκρού σημείου
dead-centre position θέση νεκρού σημείου
dead-eye bearing σταθερό έδρανο άξονα
dead-eye bearing ολόσωμο έδρανο
deadweight brake πέδη βαρύτητας
deadweight brake φρένο βαρύτητας
deaerator απαερωτήρας
deairing απαέρωση
deairing extrusion machine εκβολέας απαέρωσης με κενό
debooster εκτονωτήρας
debris guard προστατευτικό πλέγμα εισαγωγής αέρα
deburrer κωνικό εργαλείο διάτρησης διεύρυνσης
decantation chamber θάλαμος μετάγγισης
decantation tank δοχείο ηρεμίας
decantation tank δοχείο μετάγγισης
decanting device συσκευή μετάγγισης
decarbonize an engine καθαρίζω έναν κινητήρα από διάφορα υπολείμματα
decay storage αποθήκη ραδιενεργού αποψύξεως