DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Metallurgy (12579 entries)
coat of paint στρώμα
coat of paint στρώση
coated επικαλυμμένος -ο, επενδυμένος (με κάποιο υλικό)
coated powder σκόνη επένδυσης
coated rod βέργα με επένδυση
coated rod επενδεδυμένη βέργα
coated sheet λαμαρίνες με επένδυση
coated welding rod επιχρισμένο ηλεκτρόδιο συγκόλλησης
coated wire επενδυμένο σύρμα
coater επιστρωτήρας
coater επιχριστής
coater μηχανή επιστρώσεως βερνικιού
coating επίχριση
coating περίβλημα
coating προϊόν που χρησιμεύει για την επένδυση
coating προστατευτικό επίχρισμα ηλεκτροδίου
coating υλικό επικάλυψης
coating στρώμα ψεκασμού
coating hardness σκληρότητα επικάλυψης
coating head κεφαλή της μηχανής επίστρωσης χρώματος