Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Transport
(46098 entries)
airspace restriction
περιορισμός εναέριου χώρου
airspace user
χρήστης του εναερίου χώρου
airspace users
χρήστες του εναέριου χώρου
airspeed indicator
ενδείκτης ταχύτητας αέρα ASI
airspeed indicator
ταχύμετρο αέρα
airspeed indicator
Ενδείκτης ταχύτητας αέρα
airspeed indicator
ενδείκτης ταχύτητας αέρα
airstrip
λωρίδα απο-προσγειώσεων
airtight gangway connection
αεροστεγής φυσούνα ενδοεπικοινωνίας
airtight transportation system
αεροστεγές σύστημα μεταφοράς
airway
αεροδιάδρομος
airway
εναέριος διάδρομος
airway distance
λοξοδρομική απόσταση αεροπορικής οδού
airway slot
διαθέσιμος χρόνος χρήσης στον αερολιμένα
airwoman
γυναίκα πιλότος
airwoman
χειρίστρια αεροσκάφους
airwork
προϋποθέσεις πτήσης
airworthiness
αξιοπλοΐα
airworthiness
πλωιμότητα
airworthiness authority
αρχή αξιοπλοΐας
Get short URL