DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Forestry (3053 entries)
aniline wood μεταχρωματσμός σε χρώμα ανιλίνης
annual cut ετήσια συγκομιδή
annual growth ring ετήσιος δακτύλιος
annual ring αυξητικός δακτύλιος
annual ring width πλάτος ετήσιου δακτυλίου
ants μυρμήγκια
approximately κατά προσέγγιση
aquatic organisms υδρόβιοι οργανισμοί
arbitration διαμεσολάβηση
arbitration διακανονισμός
area regeneration αναγέννηση περιοχής
area seed-tree method μέθοδος περιοχής σποροπαραγωγών δέντρων
area to be assessed περιοχή προς αποτίμηση
area to be assessed αξιολόγηση
area's carrying capacity φέρουσα ικανότητα περιοχής
areal map χάρτης της περιοχής
argan tree αργανία το σιδηρόξυλον
armrest υποβραχιόνιο
armrest μπράτσο
arrival advice ειδοποίηση άφιξης