Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Commerce
(1853 entries)
vegan
ακραιφνής χορτοφάγος
vending industry
βιομηχανία κατασκευής μηχανημάτων αυτόματης πώλησης
verification visit
επιτόπια επαλήθευση
vertical cooperative agreement
συμφωνία κάθετης συνεργασίας
Vial
Φιαλίδιο
victim
αδικημένο μέρος
Vienna Sales Convention
Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τις διεθνείς πωλήσεις κινητών πραγμάτων
Vision Group
Ομάδα οραματισμού
visual meteorological conditions
μετεωρολογικές συνθήκες για πτήσεις εξ όψεως
visual meteorological conditions
μετεωρολογικές συνθήκες πτήσης εξ όψεως
visual meteorological conditions
μετεωρολογικές συνθήκες όψεως
volume of sales or purchases made by the wholesale and retail trades
όγκος των πωλήσεων ή των αγορών που πραγματοποιούνται από το χονδρικό και λιανικό εμπόριο
voluntary export restraint
Μέτρα Εξαγωγικών Αυτοπεριορισμών
voluntary export restraint
αυτοπεριορισμός των εξαγωγών
voluntary export restraint
εκούσιος περιορισμός κατά την εξαγωγή
voluntary export restraint
εκούσιος περιορισμός των εξαγωγών
voluntary export restriction
εκούσιος περιορισμός των εξαγωγών
voluntary export restriction
Μέτρα Εξαγωγικών Αυτοπεριορισμών
voluntary export restriction
αυτοπεριορισμός των εξαγωγών
voluntary export restriction
εκούσιος περιορισμός κατά την εξαγωγή
Get short URL