Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Pharmacy and pharmacology
(2036 entries)
occupational safety
επαγγελματική ασφάλεια
occupational safety
η ασφάλεια της απασχόλησης
off-patent drug
πρωτότυπo φάρμακo για το οποίο έχει λήξει η πατέντα
off-patent drug
φάρμακο εκτός πατέντας
off-patent medicinal product
φάρμακο εκτός πατέντας
off-patent medicinal product
πρωτότυπo φάρμακo για το οποίο έχει λήξει η πατέντα
officinal formula
γαληνικό σκεύασμα της
(ισχύουσας)
φαρμακοποιίας
officinal formula
γαληνικό σκεύασμα της φαρμακοποιίας
oleyloleate
ολεϋλοελαικό
on a non-profit-making basis
μη κερδοσκοπική βάση
open label study
ανοιχτή μελέτη
open label trial
ανοιχτή μελέτη
open trial
ανοιχτή μελέτη
open-air run
ανοικτός αυλόγυρος
open-air run
υπαίθριος χώρος
ophthalmic drops
οφθαλμικές σταγόνες
ophthalmic drug
φάρμακο οφθαλμικής πάθησης
ophthalmic medicine
φάρμακο οφθαλμικής πάθησης
ophthalmology drug
φάρμακο οφθαλμικής πάθησης
opioid
οπιούχο αναλγητικό
Get short URL