Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Banking
(228 entries)
preferred creditor status
καθεστώς προτιμησιακού πιστωτή
promissory note
γραμμάτιο εις διαταγήν
prudent valuation
συνετή αποτίμηση
reachability
πλήρης δυνατότητα πρόσβασης
recirculation
εκ νέου θέση σε κυκλοφορία
regional bank
περιφερειακή τράπεζα
resilience of banks
ανθεκτικότητα των τραπεζών
resolution fund
ταμείο εξυγίανσης
retail banking
λιαvικές τραπεζικές εργασίες
retail banking
λιανική τραπεζική
retail funding
λιανική χρηματοδότηση
run on a bank
μαζική απόσυρση καταθέσεων από μία τράπεζα
run on a bank
μαζική απόσυρση καταθέσεων
run on a bank
μαζικές αναλήψεις των καταθέσεων
run on deposits
μαζική απόσυρση καταθέσεων από μία τράπεζα
run on deposits
μαζική απόσυρση καταθέσεων
run on deposits
μαζικές αναλήψεις των καταθέσεων
securitisation transaction
συναλλαγή τιτλοποίησης
shadow banking
μη τραπεζική πιστωτική δραστηριότητα
short term deposit bank
πιστωτικά ιδρύματα
Get short URL