DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G HJ K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Coal (2469 entries)
kelly στέλεχος επαγωγής
key wall σφην στεγανότητος
kick προμήνυμα έκρηξης
kick-off έναρξη παραγωγής
kick-off ξεκíνημα παραγωγής
knife edge λωρίς στεγανοποιήσεως
kyanite κυανίτης
kyanite δισθενής
lagging γαρνίρισμα
large hole διάτρημα μεγάλης διαμέτρου
large hole cut διατρήματα προεκσκαφής μεγάλης διαμέτρου
large lumps of ore should be crushed οι μεγάλου μεγέθους κόνδυλοι πρέπει να θραυσθούν
large-hole blasting ανατίναξη μέσω διατρημάτων μεγάλης διαμέτρου
large-hole drilling όρυξη διατρημάτων μεγάλης διαμέτρου
larry-car operator πληρωτής βαγονίων πληρώσεως
larry-car operator οδηγός βαγονίων
latching the tongs ασφάλιση κλειδιών
layer φλέβα
layer silicate φυλλοπυριτικός
laying in σύνδεσις ετερογενών καλωδίων