Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
<<
>>
Terms for subject
International trade
(606 entries)
Committee on Surplus Disposal
Επιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων ; Συμβουλευτική Υποεπιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων
Committee on the Disposal of Surpluses
Επιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων ; Συμβουλευτική Υποεπιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων
Committee on Trade Related Investment Measures
Επιτροπή Επενδυτικών Μέτρων στον Τομέα του Εμπορίου
commodity
βασικό προϊόν
commodity-dependent country
Αναπτυσσόμενες Χώρες με Εξάρτηση από τα Βασικά Προϊόντα
commodity-dependent developing country
Αναπτυσσόμενες Χώρες με Εξάρτηση από τα Βασικά Προϊόντα
Common Declaration with regard to preferential rules of origin
Κοινή Δήλωση για τους προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής
common system of taxation
κοινό φορολογικό καθεστώς
compensating product
παράγωγο προïόν
compensatory arrangement
συμφωνία συμψηφισμού; αντισταθμιστική συμφωνία
competing local producer
ανταγωνιστής τοπικός παραγωγός
compilation of data
μεταγλώττιση δεδομένων
compulsory patent licence
υποχρεωτικές άδειες εκμετάλλευσης διπλώματος ευρεσιτεχνίας
consultation thresholds
κατώτατα όρια διαβουλεύσεων
Consultative Group of 18
Συμβουλευτική Ομάδα των 18
(GATT)
Consultative Subcommittee on Surplus Disposal
Επιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων ; Συμβουλευτική Υποεπιτροπή για τη Διάθεση των Πλεονασμάτων
contingency fund
ταμείο απρόβλεπτων εξόδων
contract price
τιμή της σύμβασης
control, inspection and approval procedures
διαδικασίες ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης
Convention on the Regulation of Antarctic Mineral Resources Activities
Σύμβαση του Γουέλινγκτον
(Wellington)
για τον ορυκτό πλούτο της Ανταρκτικής
Get short URL