DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject Labor law (3691 entries)
basic rights of worker θεμελιώδη κεκτημένα δικαιώματα των μισθωτών
basic work content βασικός χρόνος
basic year βασικό έτος
basket brush and cork products maker κατασκευαστές καλαθών και βουρτσών
batch mixer παρασκευαστής τροφοδοτικού μίγματος κλιβάνων υαλουργίας
be fit to resume work ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασία
be in gainful employment, to ασκώ κατ'επάγγελμα κερδοσκοπική δραστηριότητα
be off work απέχω
be promoted to a higher position καταλαμβάνω μία ανώτερη θέση
be promoted to a higher position προβιβάζομαι
beacon φωτιστικό δαπέδου
beam gaiter μιτώστρα με μηχανή
bending machine operator χειριστής μηχανής καμπυλώσεως λευκοσιδήρου
black wages λαθραία απασχόληση
black wages μη δηλωμένη απασχόληση
blacksmith σιδεράς
bladder pressure suit αεροθαλαμική στολή πίεσης
blast furnace keeper υπεύθυνος λειτουργός υψικαμίνου
blast furnace keeper τήκτης
blaster πυροδότης